Το πρότυπό μας

0
780
Εκτύπωση Εκτύπωση
1 αστέρι2 αστέρια3 αστέρια4 αστέρια5 αστέρια (καμία αξιολόγηση προς το παρόν)
Loading...

Τα πανύψηλα φυτρωμένα πυκνά-πυκνά μπαμπού λύγιζαν σαν καλάμια. Έσκυβαν ως τη γη οι φουντωτές κορφές τους, καθώς τα έδερνε με δύναμη η τροπική βροχή. Βούιζε μανιασμένος ο αέρας κτυπώντας τα φοινικόδεντρα που αντιστέκονταν πεισματικά με τους χοντρούς κορμούς, τους αγκαλιασμένους από περιπλοκάδες και ορχεοειδή με σαρκώδη πολύχρωμα πέταλα.

Κόπασε η μπόρα εκεί στο Κογκολέζικο χωριό τους, 12 χιλιόμετρα από την Κανάγκα, κοντά στο δάσος με τις πλατύφυλλες μπανανιές και τις καλλιέργειες με μανιόκ. Γλυστρούσαν οι ηλιαχτίδες ανάμεσα από τα φρεσκοπλυμένα μπανανόφυλλα κι έφθαναν να στεγνώνουν στοργικά τις καλαμόκτιστες καλύβες και τα λασπωμένα μονοπάτια. Στο χαρούμενο φεγγοβόλημά τους βγήκε και η κυρά Φεβρωνία με τα έξι παιδιά ν’ απλώσει στους φράχτες τα μουσκεμένα ρουχάκια τους. Τα μεγάλα αγόρια θα δούλευαν φτιάχνοντας στέγες από τόλες (λαμαρίνες) για τις καλύβες του χωριού και οι μεγαλύτερες κόρες πήραν τα πανέρια με τις χρυσαφένιες μπανάνες και τις γλυκοπατάτες για το μακρινό παζάρι.

Κατέβασε από τη φωτιά τη χύτρα που σιγόβραζαν τα φύλλα από μανιόκ και τη σκέπασε με το στρογγυλό σανιδένιο καπάκι. Ένας βαθύς στεναγμός της ξέφυγε, καθώς έριξε γρήγορα πονεμένη ματιά στο γειτονικό χωράφι με τα παλμόδεντρα. Ύψωσε το ιλαρό της βλέμμα καρτερικά, παρακαλεστικά: Μητέρα του Θεού, κάνε να ηρεμήσει η Νγκαλούλα. Φώτισέ την Εσύ, καλή μας Παναγία…

Να, πάλι χθες το μεσημέρι άρχισε τις φωνές και τις κατάρες. Έβριζε κι απειλούσε πως θα της έστελνε όλα τα κακά πνεύματα στο σπιτικό της, αν δεν της έδινε εκείνη τη λουρίδα γης με τα παλμόδεντρα στο γειτονικό της χωράφι. Και πως θα την έδενε, όπως και ήξερε, με μάγια τρομερά.

Έκανε το σταυρό της ευλαβικά η Φεβρωνία, όπλο κι ασπίδα της στου δαίμονα τη λύσσα κι έσκυψε για νερό στο πήλινο πιθάρι της αυλής τους. Λαχτάρισαν οι κόρες της κι έτρεξαν ξαναμμένες από δίκαιη οργή. Ναι, το ‘ξερε όλη η γειτονιά πως η Νγκαλούλα είχε τ’ άδικο. Μα έκλειναν φοβισμένοι το στόμα.

–Όχι, παιδιά μου. Δεν στέκει εμείς οι Χριστιανοί να έχουμε εχθρούς και μίση στην καρδιά μας. Θυμάστε τα λόγια του πάτερ Γεράσιμου τις προάλλες στην Εκκλησία; Εμείς την Παναγιά μας, έχουμε για πρότυπο. Να μοιάσουμε στην πίστη, στην ταπείνωσή της. Κακό ποτέ δεν άφησε την άσπιλη καρδιά της να λερώσει. Και κάτω από το Σταυρό, το άδικο το μέγα του Υιού της, υπομονή και σιωπή.

Υπομονή και σιωπή και προσευχή η Φεβρωνία. Κι έδωσε το κομμάτι το καλό από το χωράφι της στη Νγκαλούλα. Κι έπαψαν τα μαλώματα και οι φοβέρες.

Πέρασαν μήνες κι έφθασαν της Παναγιάς οι μέρες οι γιορτινές. Με τις Παρακλήσεις της στα γλυκά Αυγουστιάτικα απομεσήμερα. Εκεί στο εικονοστάσι της κοντά και η Φεβρωνία με τις κόρες της κάθε μέρα. Με το εικονάκι της Γλυκοφιλούσας που τους έδωσαν στην αγαπημένη τους μίσιον στα χέρια. Και με της καρτερικής τους προσευχής τα μύρα στην καρδιά.

–Θέλω κι εγώ να βαπιστώ, είπε δειλά στον πάτερ Γεράσιμο. Πώς, πού βρήκε τη δύναμη η Φεβρωνία να μη φοβάται, να μην κακιώνει, να υπομένει στου δαίμονα την αγριάδα ομπρός; Όταν με λύσσα μου κυρίευε την καρδιά και της τον έστελνα κρυφά ή φανερά; Θέλω κι εγώ να βαπτιστώ… Να βρω τη δύναμη για να νικάω το κακό. Να ησυχάσω, στης Φεβρωνίας την ολάνοιχτη καρδιά να μοιάσω…

Έκλαιγαν και πάλι έκλαιγαν κι οι δυο τους, καθώς η Φεβρωνία την έσφιγγε στην αγκαλιά της με στοργή. Εκεί, στης Παναγιάς το εικονοστάσι εμπρός γονατιστή μ’ ευγνωμοσύνης δάκρυα ολόθερμα.

–Ναι, ένα κομμάτι χωράφι με λύτρωσε από τον δαίμονα, μ’ έφερε στης αγάπης το Θεό, έλεγε την ευτυχία της την πρωτόγνωρη η Νγκαλούλα.

–Της ζωής μου η πιο ευτυχισμένη μέρα, έλεγε ολόχαρη η Φεβρωνία, σαν την ασπάστηκε αδελφικά νεοβάπτιστη, κάτω από το ολόγλυκο της Μάνας Παναγιάς το βλέμμα.

Σ.Π.

 

Απόσπασμα από το Περιοδικό “Η Δράση μας”,
τεύχος Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2013

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ