Το κληροδότημα

1
800
Εκτύπωση Εκτύπωση
1 αστέρι2 αστέρια3 αστέρια4 αστέρια5 αστέρια (καμία αξιολόγηση προς το παρόν)
Loading...

Μία νεαρή κυρία επισκέφθηκε έναν διάσημο ιατρό – χειρουργό για να ζητήσει την ιατρική του βοήθεια. Ήταν σύζυ­γος ιατρού, είχε δύο παιδιά, πέντε και τριών ετών και ήταν στον τέταρτο μήνα της εγκυμοσύνης. Ο σύζυγός της είχε επιστρατευθεί και βρισκόταν στο Ανατολικό Μέτωπο. Η κυρία είχε πόνους στην αριστερή πλευρά του θώρακα και στην αριστερή μασχάλη της είχε διαπιστωθεί σχηματισμός μικρού σκληρού όγκου. Ο ιατρός, αφού την άκουσε, άρχισε την εξέταση.

«…Ψηλάφησα και ένιωσα έναν πολύ σκληρό, πραγματικά εκφυλισμένο λεμφαδένα -μπορούσε κάνεις να νιώσει μια ολόκληρη αλυσίδα από τέ­τοιους αδένες! Χωρίς να δείξω καμιά έκπληξη ψηλάφησα ένα σημείο που το περιέβαλε ένα λεπτό μελανό φλεβικό πλέγμα… Ένιωσα φρίκη. Κατόπιν εξέτασα, για να συγκρίνω και να ελέγξω -όπως κάνω πάντα- και το αντίστοιχο σημείο στην άλλη πλευρά και διαπίστωσα με πολύ φόβο ότι εκεί μπορούσε να ψηλαφίσει κάνεις σκληρούς όγκους. Σε μια θέση το δέρμα φάνηκε επικίνδυνα τραβηγμένο. Και στη δεξιά μασχάλη ένιωθε κανείς, κάτω απ’ το δέρμα, μικρούς σκληρούς αδένες και δύο μεγα­λύτερους όγκους κοντά στα αγγεία που οδηγούν στο χέρι. Αυτό ήταν φρικια­στικό! Ένας αμφοτερόπλευρος, ταχύτατα αυξανόμενος, καρκίνος…

Σκεπτόμουν μέσα μου πώς θα μπορούσα να της πω την πικρή αλήθεια με τον πιο καλύτερο τρόπο…Είπα λοιπόν στην άρρωστή μου αμέσως μόλις κάθισε ξανά στην καρέκλα:

– Κυρία μου! Το ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά το γνωρίζετε και μόνη σας. Το ότι βρισκόμαστε μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις δεν μπορώ, ούτε πρέπει, να σας το κρύψω.

Δεν λύγισε, ούτε έκλαψε…

– Πρέπει αμέσως να μιλήσω με τον άνδρα σας! Πρέπει να τον καλέσουμε αμέσως απ’ το Μέτωπο.

Αυτή τη φορά όμως τα μάτια της δάκρυσαν.

– Δεν ξέρω που είναι ο άνδρας μου. Αρκετούς μήνες τώρα δεν έχουμε πια νέα του.

Αυτό το γεγονός έκανε πιο δύσκολη την κατάσταση, γιατί τώρα θα είχε η φτωχή γυναίκα να αντιμετωπίσει μόνη της την απόφαση που έπρεπε να πάρει, μια απόφαση, που θα σήμαινε το θάνατο ή την ζωή για το παιδάκι που είχε κάτω απ’ την καρδιά της. Έπρεπε να της εξηγήσω πως ήταν ανάγκη να πάρει μια απόφαση και γι’ αυτό συνέχισα με ένα σκληρό τόνο:

– Είστε βαρειά άρρωστη, κυρία μου, και βρίσκεσθε αναμφισβήτητα σε μεγάλο κίνδυνο. Οι μεταβολές στο σώμα σας εξαρτώνται εξάπαντος από την εγκυμοσύνη. Οι αδένες σας βρίσκονται σε ανωμαλία από την επίδραση ορισμένων ορμονών της κυήσεως και έχουν εκφυλισθεί. Πρέπει να κατα­λάβετε, σας παρακαλώ, ότι γι’ αυτό το λόγο πρέπει να σας προτείνω την διακοπή της κυήσεως. Όπως είναι η κατάστασή σας δεν μπορώ να σας αφήσω το παιδί. Πρέπει να προσπαθήσουμε να αναχαιτίσουμε τους όγκους αυτούς και όσο το δυνατό να τους σταματήσουμε. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει, όταν κυκλοφορούν στο σώμα σας μεγάλες ποσότητες ορμονών της κυήσεως, που ναι μεν είναι χρήσιμες για το παιδί, αλλά για σας αποτελούν σχεδόν ένα θανάσιμο κίνδυνο. Γι’ αυτό πρέπει να διακοπεί η εγκυμοσύνη. Κατά την γνώμη μου δεν έχουμε να διαλέξουμε τίποτε άλλο!

Με κοίταξε τρομαγμένα και κατόπιν κίνησε αρνητικά το κεφάλι της και μου εξήγησε με σταθερή φωνή:

– Όχι! Ποτέ! Το παιδί δεν ανήκει μονάχα σε μένα αλλά και στον άνδρα μου! Ποτέ δεν θα δώσω την συγκατάθεσή μου να μου το πάρουν. Μου είναι τελείως αδιάφορο το τι μπορεί να συμβεί σε μένα. Εί­ναι μια κληρονομιά για τον άνδρα μου· απ’ αυτό το πράγμα δεν μπορώ να παραιτηθώ. Ξέρω ότι η ζωή μου κινδυνεύει· ας το πούμε ήρεμα, ξέρω ότι είμαι χαμένη. Αυτό το νιώθω και μονάχα γι’ αυτό σας παρακαλώ: κρατή­στε με στη ζωή μέχρις ότου έλθει το παιδί. Αυτό σας ικε­τεύω!

Για πολύ ώρα σώπασα, κατανικημένος απ’ τα λόγια της.

Κατόπιν δοκίμασα άλλη μια φορά να την μεταπείσω. Τονίζοντας τα λό­για μου της είπα:

– Δεν πρέπει να μιλάτε έτσι. Βρίσκεσθε σε μεγάλο κίνδυνο· αυτό είναι βέ­βαιον, αλλά δεν είσθε ακόμη χαμένη. Κάνεις δεν θα μπορούσε να ισχυρισθεί ένα τέτοιο πράγμα. Έχουμε μια δυνατότητα. Αυτό είναι. Ίσως θα μπορού­σα να το διατυπώσω ως εξής: Θα ήταν δυνατόν να σας σώζαμε, αν ελαττώ­ναμε την ενέργεια των ορμονών της εγκυμοσύνης με μια άμεση διακοπή της ή και να τις σταματούσαμε και κατόπιν να εγχειρίζαμε. Είναι βέβαιον όμως ότι βαδίζετε προς την καταστροφή αν δεν γίνει αυτό το πράγμα…

Όταν τελείωσα, με κοίταξε κατ’ ευθείαν στο πρόσωπο και απήντησε σχεδόν εχθρικά:

– Αυτό το πράγμα δεν το θέλω! Δεν μπορείτε να μου πάρετε το παιδί μου. ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΟΥ ΤΟ ΣΚΟΤΩΣΕΤΕ!

Ποτέ μέσα στα πολλά χρόνια της χειρουργικής μου Πράξεως δεν είχα συν­αντήσει κάτι παρόμοιο. Συγκινημένος έπιασα το χέρι της.

– Καλά, νικήσατε! Θα εκπληρωθεί η επιθυμία σας. Σας παρακαλώ, τακτοποιήστε τα όλα στο σπίτι σας όσο πιο γρήγορα μπορείτε κι ελάτε ύστερα αμέσως στην κλινική. Δεν μπορούμε να χάνουμε καιρό.

Δυο μέρες αργότερα ήταν στην κλινική μας σ’ ένα όμορφο μοναχικό δωμάτιο. Στην πρώτη μου επίσκεψη την βρήκα ήρεμη, με μια σχεδόν χα­ρούμενη αταραξία. Δυστυχώς ήταν καθήκον μου να της κάνω καινούργιες πικρές ανακοινώσεις. Την μεθεπομένη στις 7 η ώρα θα εγ­χειρίζαμε την μια πλευρά και αν θα πήγαινε καλά, ύστερα από δυο – τρεις εβδομάδες, θα εγχειρίζαμε κατά το δυνατόν ριζικά την άλλη πλευρά….

Ο οργανισμός της νεαρής γυναίκας ήταν προς το παρόν ακόμη σε σχετι­κώς καλή κατάσταση. Οι όγκοι που μεγάλωναν τόσο γρήγορα, παρ’ όλον ότι προκαλούσαν μιαν εξασθένηση, δεν είχαν ακόμη επιδράσει δυσμενώς στη γενική της κατάσταση.

Κουβέντιασα για την εγχείρηση με τον επιμελητή μου διεξοδικώτατα και διάλεξα τους καλύτερους βοηθούς… Όλα αυτά τα μέτρα θα εξυπηρετούσαν στο να προφυλάξουν τη μητέρα και το έμβρυο…

Όταν μπήκα αποστειρωμένος στο χειρουργείο, όλα ήταν έτοιμα. Το χει­ρουργικό πεδίο ήταν ξέσκεπο. Το εξέτασα άλλη μια φορά, πήρα τα λαστι­χένια γάντια, τα φόρεσα και άρχισα. Κατ’ ευθείαν έκοψα γύρω ολόκληρο το σημείο προσεκτικά μαζί με το δέρμα που θα το χρειαζόμαστε αρ­γότερα. Πιάσαμε αμέσως με λαβίδες τα αιμοραγούντα αγγεία. Προχώρησα βαθύτερα, άφησα ανέπαφο ολόκληρο τον αδένα, προσκολλημένον επάνω στους μεγάλους μυς και τα απεχώρισα όλα μαζί από το θωρακικό τοίχωμα…

Κατόπιν άρχισε το δεύτερο μέρος: θα ξεκαθαρίζαμε τελείως τους μασχα­λιαίους αδένας και τους υποκλειδίους. Ήταν μια κουραστική δουλειά γιατί ολόκληρη η περιοχή είχε γεμίσει με μικρά καρκινωματώδη ογκίδια. Όλοι οι προσβεβλημένοι ιστοί ξεχωρίστηκαν και ολοκλήρωσα την δουλειά μου φθάνοντας μέχρι τα χείλη των μυών που κλείνουν προς τα πίσω τη μασχαλιαία κοιλότητα. Εδώ υπάρχουν σχεδόν πάντοτε επικίνδυνοι αδένες κι’ αυτοί έπρεπε εξάπαντος να απομακρυνθούν…

Ολόκληρη την πρώτη μέρα παρακολουθούσαμε συνεχώς την νεαρή γυ­ναίκα. Εγώ ο ίδιος πήγαινα κάθε τόσο στο κρεβάτι της για να πεισθώ ότι δεν είχε συμβεί τίποτε στο παιδί. Αλλά ευτυχώς πέρασαν οι τέσσερις πρώτες ημέρες και το παιδί ήταν εντάξει. Έτσι περιορίσθηκε προς το πα­ρόν αυτός ο κίνδυνος…

Ένιωθα πραγματικά σαν να πετούσε μες στο δωμάτιο μια ανείπωτη ερώτηση. Και μετά, κάποια ημέρα, έθεσε, γελώντας αθώα, το εξής ερώτη­μα:

– Πόσο περίπου θα ζήσω ακόμη, κύριε καθηγητά;

Αμέσως κατάλαβα: ήθελε να μάθει αν της έμενε ακόμη αρκετός καιρός για να φέρει το παιδί στον κόσμο. Με φθηνό τρόπο ούτε μπορούσα ούτε ήθε­λα να την παρηγορήσω. Γι’ αυτό της είπα μονάχα:
– Αυτό μη μου το ρωτάτε, αγαπητή κυρία.

Με τον καιρό παρατηρήσαμε με φόβο ότι διαρκώς αδυνάτιζε…

Το θέμα της συζητήσεώς μας ήταν σχεδόν πάντοτε γύρω απ’ το παιδί που περίμενε και όταν δοκίμαζα να φέρω την κουβέντα σε άλλα πράγματα, την ξαναγύριζε πάλι επίμονα στο ίδιο σημείο γύρω απ’ το οποίον, όπως φαίνε­ται, περιστρέφονταν διαρκώς όλες της οι σκέψεις. Με πραγματική συγκίνηση αντιλαμβανόμουν διαρκώς ότι ήταν γαντζωμένη στην ιδέα ν’ αφήσει αυτό το παιδί σαν κληροδότημα της αγάπης της στον άνδρα της, όταν εκείνος θα γύριζε απ’ το Μέτωπο.

Δεν μπορούσα να την αφήσω να μαντέψει ότι δεν ήμουν σε θέση να συμ­μεριστώ την ελπίδα της. Κρυφά ζήτησα για να μάθω που βρισκόταν ο άν­δρας της και από την Γενική Διοίκηση έμαθα εμπιστευτικά ότι ολόκληρη η ομάδα, στην οποίαν ανήκε, είχε χαθεί στο Ανατολικό Μέτωπο.

Κάποια μέρα της είπα ότι την επομένη ήθελα να κάνω την δεύτερη εγχείριση. Κίνησε μονάχα το κεφάλι της.

Αυτή η δεύτερη εγχείριση είχε μεγαλύτερες απαιτήσεις και ήταν πολύ πιο επικίνδυνη από την πρώτη, επειδή η γενική κατάσταση είχε επιδεινωθεί. Κάθε κίνδυνος για την μητέρα και το παιδί είχε διπλασιασθεί…

Δουλεύαμε γρήγορα και προσεκτικά όσο μπορούσαμε. Με πολύ περισσό­τερη φροντίδα σταματούσα τις αιμορραγίες για να προφυλάξω την κυκλο­φορία. Βρισκόμαστε στον έκτο μήνα και το παιδί επομένως, αν προκαλείτο ένας πρόωρος τοκετός, δεν θα μπορούσε να ζήσει. Αλλά, παρ’ όλη μας την υπερένταση, χρειάσθηκα αυτή τη φορά πιο πολύ χρόνο για να ξεκαθαρίσω τη μασχάλη και τους υποκλείδιους αδένες: Οι ιστοί είχαν γίνει ένας σβώλος και διαρκώς άγγιζα στο βάθος και καινούρ­γιες ύποπτες καρκινωματώδεις μάζες.

Τελείωσα, έραψα τη μεγάλη πληγή και τοποθέτησα την παροχέτευση. Προχωρούσα μεν χωρίς να παρουσιάζονται επιπλοκές, αλλά αμφέβαλα αν θα είχαμε μια πλήρη ίαση, γιατί το λεύκωμα στο αίμα ήταν, παρ’ όλες μας τις προσπάθειες, κατεβασμένο. Έτσι μείναμε νιώθοντας μια βαθειά κατάθλιψη όταν πήραν έξω απ’ το χειρουργείο την άρρωστη: το πράγμα ήταν φο­βερό και η συναίσθηση ότι στο τέλος όλα θα πήγαιναν χαμένα μας βάραινε όλους.

Εμένα με βασάνιζε ακόμη μια τελείως διαφορετική φροντίδα, που με προσοχή την έκρυβα από εκείνη: το μικρό πλασματάκι θα μπορούσε να πεθάνει μέσα της. Γι’ αυτό, αμέσως ύστερα από την εγχείρηση, πήγα επάνω στο δωμάτιό της και ακροάσθηκα την καρδιά του παιδιού. Τα κτυπήματα ήταν αδύνατα, αλλά αρκετά αισθητά. Και έμειναν έτσι και τις επόμενες ημέ­ρες. Ένα πρωί μου ανακοίνωσε, ακτινοβολώντας απ’ την χαρά της: το παιδί είχε κινηθεί μέσα της. Είχε νιώσει καθαρά τα χτυπήματα, που έκαναν τα μικρά του ποδαράκια…

Πλησιάζαμε στον έβδομο μήνα. Άρχιζε ο τελευταίος αγώνας με τον χρό­νο. Της πρότεινα ακτινοβολίες για να εξουδετερώσουμε μερικά κακοήθη κύτταρα που είχαν απομείνει. Επειδή προέβλεψα ότι θα φοβόταν μήπως βλάψουν το παιδί, τη διαβεβαίωσα, χωρίς να με ρωτήσει, ότι μπορούσαμε να απομονώσουμε το παιδί από την επίδραση των ακτίνων. Αλλά δεν συνεφώνησε και μου ‘πε:

– Για ποιό λόγο; ξέρω που βρίσκομαι.

Από μέρα σε μέρα φαινόταν πιο κουρασμένη… Η πληγή δεν έκλεινε. Το μέρος πού είχε μείνει ανοικτό δεν θεραπευόταν. Οι αναγεννητικές δυνάμεις του οργανισμού της είχαν φθάσει στο τέλος…

Ο έβδομος όμως μήνας τελείωσε. Έτσι κάποια μέρα πήγα και της είπα:

– Εάν έλθει τώρα το παιδί, μπορεί να διατηρηθεί στη ζωή!

Ποτέ δεν θα ξεχάσω τις εκδηλώσεις που ακολούθησαν την είδηση. Δά­κρυα χαράς λαμπύριζαν στα μάτια της και το ωχρό εξασθενημένο πρόσωπο φάνηκε να φωτίζεται από μέσα με μια ακτινοβολία ευτυχίας. Για λίγες μέρες καλυτέρευσε και η κατάσταση της. Έκανε λίγο χρώμα, αλλά κατόπιν προ­χώρησε αδυσώπητα η σωματική κατάπτωση.

Τον όγδοο μήνα της πρότεινα να της γίνει πρόωρος τοκετός, θα πήγαινε στην γυναικολογική κλινική και θα έφερνε το παιδί στον κόσμο. Αρνήθηκε όμως. Ήθελε να πάει σπίτι της. Έτσι ήλθε η ημέρα που άφησε την κλινική μας. Εμφανίσθηκε η αδελφή της για να την πάρει…

Τις συνόδευσα και τις δύο μέχρι το αμάξι. Για μια στιγμή έμεινα ακόμη μόνος με την άρρωστή μου και ένιωσα ότι αγωνιζόταν με τον εαυτό της, αλλά στο τέλος ξέφυγε απ’ τα χείλη της η ερώτηση που φοβόμουν:

– Πόσο θα ζήσω ακόμη;

Απέφυγα ν’ απαντήσω, κουνώντας βουβά το κεφάλι μου. Δεν ήθελα την τελευταία στιγμή να πω ψέματα.

– Ειδοποιήστε με όταν γεννηθεί το παιδί, την παρακάλεσα.

Κι εκείνη μου το υποσχέθηκε.

Περίμενα να μου στείλουν καμιά κάρτα και εξεπλάγην όταν κάποια μέρα πήρα ένα γράμμα, γραμμένο από την ίδια.

«Αγαπητέ κ. καθηγητά, έγραφε, επειδή συμμερισθήκατε τόσο θερμά τον αγώνα μου, θα είστε και ο μόνος που θα μάθετε από μένα την ίδια το ευ­χάριστο νέο. Γιατί είμαι πολύ αδύνατη και πρέπει να κάνω οικονομία στις υπόλοιπες δυνάμεις μου. Λοιπόν: προ δέκα ημερών ήλθε το παιδί στο κό­σμο. Ένα αγοράκι. Ένα μικρούτσικο παιδάκι…

Η καρδιά μου είναι τόσο πολύ γεμάτη από ευγνωμοσύνη, που μου είναι αδύνατον να βάλω σε λέξεις τα συναισθήματά μου. Ευγνωμοσύνη προς τον Θεό και ευγνωμοσύνη και προς εσάς, αγαπητέ κ. καθηγητά.

Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν αρκετά άσχημες και μερικές φορές σκε­πτόμουν ότι δεν θα μπορούσα να κρατήσω μέχρι τέλους. Προσευχόμουν μ’ έναν τελείως παιδιάστικο τρόπο, που ίσως θα μπορούσε να κάνει ένα θεο­λόγο να γελάσει περιφρονητικά: «Αν Εσύ είσαι κει πάνω, κι αν Εσύ είσαι η Αγάπη, τότε χάρισέ μου αυτό το παιδί». Έτσι Του έλεγα και Εκείνος, με την απέραντη ευσπλαγχνία Του, άκουσε την ικεσία μου, που ήταν σαν ένας εξαναγκασμός.

Αυτό το γεγονός σημαίνει για μένα πολλά πράγματα. Είναι η μεγαλύτερή μου παρηγοριά στο τελευταίο κομμάτι του δρόμου που βρίσκεται ακόμη μπροστά μου. Ο θάνατος έρχεται… Το τέλος πλησιάζει… Δεν θέλω να φαίνομαι πιο καλή απ’ ό,τι είμαι: κι εγώ συχνά νιώθω φόβο για τον θάνατο. Το βαθύ φόβο του πλάσματος προτού φύγει απ’ αυτή τη ζωή και κυρίως τις νύχτες όταν μένω μόνη μ’ ανοικτά τα μάτια στο σκοτάδι. Αλλά τότε με πα­ρηγορεί η σκέψις του παιδιού που αποτελεί για μένα την ζωντανή απόδειξη της αγάπης του Θεού…

Χθες αναγκάσθηκα να διακόψω εδώ το γράμμα μου. Ήλθε η αδελφή μου και με μάλωσε γερά. Ήθελε να μου κάνει ξεκάθαρο ότι για χάρη του παιδιού είχα καθήκον να μείνω στη ζωή. Τώρα, εκτός του ότι δεν εξαρ­τάται καθόλου απ’ τις δικές μου δυνάμεις το να παρατείνω τη ζωή μου, θε­ωρώ σαν μια ανακουφιστική άποψη και το εξής: στο τέλος – τέλος και οι πιο τρυφεροί γονείς πολύ λίγα μόνον πράγματα μπορούν να κάνουν για τα παιδιά τους. Η τύχη τους όπως και η δική μας βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Και σ’ αυτά τα πατρικά, τα δυνατά χέρια εμπιστεύομαι τώρα απόλυτα όλους εκείνους που αφήνω πίσω μου…

Μόχθησα για νάμαι στα παιδιά μου, που ήταν για μένα το ωραιότερο δώρο, μια καλή μητέρα. Και δέκα ολόκληρα χρόνια έμεινα συνδεδεμένη με τον άνδρα μου με μια αγάπη που δεν δοκίμασε ποτέ ούτε και την παραμικρότερη συννεφιά. Το να τ’ αφήσεις όλ’ αυτά, δεν είναι εύκολο, θα ήθελα όμως άλλη μια φορά να σας διαβεβαιώσω, επειδή μου παρασταθήκατε στις δυσκολότερες ώρες μου, ότι προχωρώ με την βεβαιότητα πως θα τα ξανα­βρώ, εκεί επάνω, όλα περιβεβλημένα με μια λαμπρότητα και ελευθερωμέ­να απ’ την γήινη μιζέρια. Αντίο για πάντα!

Ν.Ν.

Υ.Γ. Όταν γυρίσει κάποτε ο άνδρας μου δώστε του σας παρακαλώ αυτό το γράμμα».

Ύστερα από 14 ήμερες πήρα ένα χαρτί που μου ανήγγειλε το θάνατό της. Το γράμμα δεν μπόρεσα να το δώσω, γιατί ο άνδρας της δεν γύρισε ποτέ από το Ανατολικό Μέτωπο».

Διασκευασμένο Απόσπασμα από το Βιβλίο
“Πίσω μας στέκει ο Θεός”
Hans Killian 

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ